Laboratory of Green & Blue ideas > Επενδυτικά Σχέδια > ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΖΟΙΝΟΣ Α.Ε.
zoinos

ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΖΟΙΝΟΣ Α.Ε.

Οι ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ υποστήριξαν την εταιρείας ZOINOS WINERY στην προετοιμασία και υποβολή ολοκληρωμένης επενδυτικής πρότασης στον Επενδυτικό Νόμο 4399/2016 με απόλυτη επιτυχία.

Η «ZOINOS WINERY» δραστηριοποιείται   στο  κλάδο  της  οινοποιίας  από  το  2006. Αποτελεί  την   μετεξέλιξη  του  πρώτου Οινοποιητικού Συνεταιρισμού    ο  οποίος  ιδρύθηκε  το  1954. Ακολούθησε το  1973  η ίδρυση του σύγχρονου Οινοποιείου της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Ιωαννίνων.   Τον Ιούνιο του 2006 το Οινοποιείο κάνει το επόμενο αποφασιστικό βήμα, αποσπάται από την ΕΑΣ Ιωαννίνων και δημιουργείται η ZOINOS WINERY.

Στο   οινοποιείο   της  εταιρίας   παράγονται  και  εμφιαλώνονται   οίνοι (λευκοί, κόκκινοι, ροζέ, αφρώδεις) διάφορων   ποικιλιών  με  την  μερίδα   του  λέοντος  να  καταλαμβάνουν   οι  αυτόχθονες   ποικιλίες:  Ντεμπίνα ,Βλάχικο  και  Μπεκάρι.  Επίσης,  η εταιρία   παράγει  και διαθέτει  Ηπειρώτικο  τσίπουρο.

Παρά τα πλεονεκτήματα που έχουν (μεγάλες ποσότητες σταφυλιών προς οινοποίηση, μεγάλο αριθμό μελών), οι συνεταιρισμοί εμφανίζουν μικρή δυναμικότητα εξαιτίας των γενικότερων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι συνεταιρισμοί στη χώρα μας. Οι συνεταιρισμοί πλεονεκτούν ως προς την δυνατότητα που έχουν να συγκεντρώνουν μεγάλες ποσότητες πρώτης ύλης. Το μεγάλο τους όμως μειονέκτημα είναι ότι υστερούν στην οργάνωση και στην εφαρμογή εμπορικών δομών. Αυτό οδηγεί τους συνεταιρισμούς στο να χάνουν μερίδια από την αγορά και να αποκτούν πολλά οικονομικά προβλήματα.

Βέβαια,υπάρχουν και κάποιοι συνεταιρισμοί που διαθέτουν οργάνωση και καλή διαχείριση των χρηματοοικονομικών τους. Σε αυτή την κατηγορία πλέον κατατάσσεται και η εταιρεία ΖΟΙΝΟΣ ΑΕ, η οποία μέσω από τη διαφοροποίηση των προϊόντων της, τη συνεχή επένδυση σε νέες υποδομές και την υψηλή ποιότητα των προϊόντων της επιδιώκει να αποκτήσει ηγετική θέση στην αγορά του κρασιού αλλά και των αποσταγμάτων.

Η εταιρεία απασχολεί γύρω στα τριάντα άτομα, διοικητικά στελέχη, ασχολούμενους  με την παραγωγική διαδικασία και τον ποιοτικό έλεγχο, καθώς και υψηλού επιπέδου οινολόγους και χημικούς.

Επίσης,  συνεργάζεται  με  μεγάλο  αριθμό  παραγωγών,  εφαρμόζοντας  σύγχρονες  μεθόδους  καλλιέργειας και  οινοποίησης  τόσο  για  τις αυτόχθονες   ποικιλίες   Ντεμπίνα,  Βλάχικο  και  Μπεκάρι  όσο  και  για  τις διεθνείς  όπως  το Chardonnay, Traminer, Merlot, Cabernet, Sauvignon, επενδύοντας διαρκώς  στην  ποιοτική  αναβάθμιση  των  προϊόντων  της  πετυχαίνοντας  ταυτόχρονα  την  καλύτερη δυνατή  σχέση  ποιότητας  και  τιμής.

Ταυτόχρονα  η  ZOINOS  WINERY έχει  αναπτύξει  ένα  ευρύ  δίκτυο  συνεργασιών με συνεταιρισμούς άλλων περιοχών, γεγονός που ενισχύει τη θέση της κατατάσσοντάς την στις μεγάλες οινοποιητικές μονάδες της χώρας. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια υλοποιήθηκε  επενδυτικό πρόγραμμα για τον εκσυγχρονισμό του οινοποιείου στη Ζίτσα και τη δημιουργία νέου κέντρου διανομής και εξυπηρέτησης πελατών στα Ιωάννινα, ενώ γίνονται προσπάθειες περαιτέρω επέκτασης του δικτύου διανομής

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του εξεταζόμενου κλάδου είναι η μακραίωνη παράδοση της αμπελοκαλλιέργειας – οινοποιίας στην Ελλάδα. Ωστόσο, ο κλάδος άρχισε να εκσυγχρονίζεται και να αναπτύσσεται με τη σημερινή του μορφή από τη δεκαετία του ’60, οπότε μεγάλες εταιρείες πραγματοποίησαν σημαντικές επενδύσεις και προσανατολίστηκαν προς την παραγωγή εμφιαλωμένου κρασιού. Αυτή  η  χρονική  περίοδος  και  οι  εξελίξεις,  αποτέλεσαν  ορόσημο  για την  περαιτέρω ανάπτυξη  και  παραγωγή  του  κρασιού  στην  Ελλάδα.

Στην  παρούσα  φάση  ο  κλάδος  της οινοποιίας στην Ελλάδα περιλαμβάνει λίγες οινοβιομηχανίες μεγάλου μεγέθους, καθώς και πλήθος μικρομεσαίων οινοποιητικών επιχειρήσεων, αγροτικών συνεταιρισμών και εισαγωγικών εταιρειών. Οι μεγάλες εταιρείες ελέγχουν σημαντικά μερίδια της εγχώριας  αγοράς  εμφιαλωμένων  κρασιών,  καλύπτοντας  μέσω εκτεταμένων δικτύων διανομής το σύνολο  της  χώρας.

Όσον αφορά τις μικρότερου μεγέθους επιχειρήσεις, ορισμένες παράγουν τόσο χύμα όσο και εμφιαλωμένο κρασί, το οποίο διατίθεται στην τοπική αγορά, ενώ άλλες παράγουν εμφιαλωμένο κρασί «περιορισμένης παραγωγής» με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, η διανομή του οποίου πραγματοποιείται συνήθως μέσω ειδικευμένων εταιρειών. Την δραστηριότητα διανομής συχνά αναλαμβάνουν και ορισμένες εισαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες επίσης διαθέτουν ανεπτυγμένο δίκτυο διανομής. Εισάγουν κρασιά κυρίως από την ΕΕ, ενώ παράλληλα ασχολούνται και με την εισαγωγή αλκοολούχων ποτών, σε αντίθεση με τις παραγωγικές εταιρείες όπου η παραγωγή και εμπορία κρασιού αποτελεί, για την πλειοψηφία, τη βασική (ή και αποκλειστική) τους δραστηριότητα. Τέλος, σημαντικό κομμάτι της εγχώριας παραγωγής αντιπροσωπεύουν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί.

Περίπου 1.000 οινοποιεία λειτουργούν στη χώρα μας, Από αυτά, τα 650 είναι πιστοποιημένα για την παραγωγή οίνων με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ) και προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη (ΠΓΕ).

Τα οινοποιεία διακρίνονται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες:

  1. Μεγάλες ολιγάριθμες οινοποιητικές μονάδες με πλήρως αυτοματοποιημένα συστήματα σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας και δυνατότητα παραγωγής μεγαλύτερη από 100.000 hl ετησίως,
  2. Μεσαίες μονάδες με δυνατότητα παραγωγής από 30.000 έως 100.000 hl ετησίως,
  3. Μικρές οικογενειακές, συνήθως, επιχειρήσεις με περιορισμένη παραγωγική δυνατότητα (μικρότερη από 30.000 τόνους) και
  4. Ιδιόκτητους αμπελώνες
  5. Συνεταιρισμούς που παράγουν και διακινούν κρασί, κυρίως σε τοπικό επίπεδο.

Ο αριθμός αμπελουργών για παραγωγή οίνου προσεγγίζει περίπου τις 100.000 και οι οποίοι καλλιεργούν συνολικές εκτάσεις 62.773 εκταρίων, ενώ ο αριθμός των εγχώριων ετικετών φτάνει τις 6.000. Σύμφωνα με τη μελέτη, η εγχώρια παραγωγή οίνου ανήλθε σε ποσότητα 2.581 χιλ. hl που αντιστοιχεί σε αξία 345 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι το χύμα κρασί κυριαρχεί, αντιστοιχώντας στο 60% της εγχώριας αγοράς. Αντίθετα, οι οίνοι ΠΟΠ και ΠΓΕ αντιπροσωπεύουν μόλις το 28,1% της συνολικής εγχώριας παραγωγής.

Τα τελευταία χρόνια η ποιότητα και η φήμη των εμφιαλωμένων ελληνικών κρασιών έχει βελτιωθεί σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις συνεχείς βραβεύσεις που αποσπούν σε διεθνείς διαγωνισμούς. Πολλές επιχειρήσεις έχουν πραγματοποιήσει επενδύσεις εκσυγχρονισμού, οι οποίες ενίοτε εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα. Ο εξαγωγικός προσανατολισμός των (μεγάλων ιδιαίτερα) επιχειρήσεων του κλάδου είναι έντονος.

Ως κυριότερες αγορές των ελληνικών κρασιών αναδεικνύονται η Γερμανία, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Γαλλία και το Βέλγιο, όπου στις 3 πρώτες βρίσκονται ισχυρές ομογενειακές κοινότητες που σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς απορροφούν μεγάλο μέρος των εξαγωγών.

Η  αγορά  του  κρασιού  διακρίνεται  στην «κρύα», που περιλαμβάνει κυρίως τους χώρους διασκέδασης και εστίασης, καθώς και στη «ζεστή», που αφορά την οικιακή κατανάλωση. Η διανομή των προϊόντων πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο μέσω χονδρεμπόρων και αντιπροσώπων, ενώ τα σούπερ μάρκετ και οι κάβες αποτελούν τα βασικότερα σημεία λιανικής πώλησης

Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ εστιάζεται στις τεχνολογικές και εφοδιαστικές ανάγκες για την κάλυψη της εγχώριας αγοράς χωρίς, ταυτόχρονα, να αμελούνται οι αυξημένες εξαγωγικές ανάγκες της αγοράς.

Γενικά, οι μεγάλες επιχειρήσεις, όπως, και οι συνεταιρισμοί έχουν υψηλό παραγωγικό δυναμικό, το οποίο όμως δεν αξιοποιείται αποδοτικά. Υψηλότερα επίπεδα αξιοποίησης, που αγγίζουν το 80% υπάρχουν στις μεγάλες επιχειρήσεις, με τους υψηλούς όγκους παραγωγής, αντίθετα από τους συνεταιρισμούς, στους οποίους υπάρχει περιορισμένη αξιοποίηση.

Ωστόσο, η κάθε επιχείρηση θα πρέπει να επιδιώκει να έχει ισχυρό παραγωγικό δυναμικό, προκειμένου να ανταποκρίνεται στους υψηλούς όγκους πρώτης ύλης που εισέρχονται κατά τη διάρκεια του τρύγου. Στα επόμενα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας απαιτείται υψηλή δυναμικότητα σε δεξαμενές και χώρου παλαίωσης. Σχετικά με τους χώρους παλαίωσης επιδιώκεται από τις επιχειρήσεις η επέκταση και η ανανέωση των βαρελιών, καθώς και διαμόρφωση ειδικών χώρων υποδοχής, όπου δίνεται η δυνατότητα γευστικών δοκιμών, ξενάγησης, αγορών κ.ά., με σκοπό την διεύρυνση της επικοινωνίας με τους καταναλωτές.

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί, ότι όλες οι επιχειρήσεις διαθέτουν δικό τους χημικό εργαστήριο, στο οποίο λειτουργούν δικοί τους χημικοί για τον έλεγχο των κρασιών. Ωστόσο, εντοπίζονται κενά στην εφαρμοσμένη έρευνα του κρασιού σε ότι αφορά τις μεθόδους αμπελοκαλλιέργειας, την τεχνολογία οινοποίησης ανά ποικιλία αμπέλου, τη βελτίωση των αποδόσεων. Τα κενά αυτά δεν μπορούν να καλυφθούν εύκολα, αφού απαιτούν εξειδίκευση και έρευνα. Φορείς που υφίστανται με ανάλογο αντικείμενο, δεν καταφέρνουν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά, εξαιτίας διαφόρων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν.

Ο αντίκτυπος της ύφεσης και της φορολογίας στον τομέα υπήρξε προφανής, αφού μετά το 2009 η συνολική κατανάλωση στον κλάδο αλκοολούχων ποτών φαίνεται ότι μειώθηκε περίπου κατά 50%. Η ΣΕΑΟΠ εκτιμούσε ότι ο ρυθμός μείωσης της πραγματικής κατανάλωσης είναι «ακόμα χαμηλότερος», δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος της προέκυψε από τη στροφή των καταναλωτών σε παράνομα εμπορεύσιμα και αφορολόγητα προϊόντα.

Ωστόσο, ειδικότερα όσον αφορά τα αποστάγματα, οι διαφορές στους φορολογικούς συντελεστές συνέβαλαν στη διαφορετική εξέλιξη της κατανάλωσης των επιμέρους τύπων ποτών. Η αλλαγή της μορφής της διασκέδασης σε ταβέρνες, μεζεδοπωλεία, η προτίμηση σε μικρότερους χώρους (μικρά cafe bar) σε σχέση με τους μεγάλους χώρους (clubs), επέφεραν αλλαγές στα είδη των ποτών που καταναλώνονται τα οποία είναι ανάλογα με τον χώρο διασκέδασης.

Ενώ, εμφανής είναι η πτώση των πωλήσεων – όπως αυτές αποικίζονται στο παρακάτω διάγραμμα – οι οποίες έφτασαν το 2016 τα 4,0 εκ. 9λιτρα κιβώτια, έναντι 7,9 εκ. 9λιτρα κιβώτια το 2009, η αγορά των αποσταγμάτων και ειδικότερα του τσίπουρου, σταθεροποιείται μετά το 2012 και αρχίζει να παρουσιάζει ανοδικές τάσεις:

                                                                                                  Πωλήσεις αλκοολούχων ποτών 2009-2016

«ZOINOS WINERY» (Αγροτικός Συνεταιρισμός)

Οινοποιείο – Αποστακτήριο στον Δήμο Ζίτσας

Σύμβουλοι Επιδότησης έργων και επιχειρήσεων